Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcristianità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kristjaniˈta] 1 χριστιανικότητα 2 χριστιανικός κόσμος 3 χριστιανισμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |