Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconsultóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [konsulˈtore] 1 συμβουλευτής 2 χειραγωγός 3 συμβουλάτορας 4 σύμβουλος 5 γνωμοδότης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |