Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcavarsela
ρήμα που κλίνεται με αντωνυμία ή επιρρηματικό μόριο Προσφορά I.P.A.: [kaˈvarsela] 1 αποφεύγω κάτι 2 τα καταφέρνω 3 γλιτώνω φτηνά 4 βρίσκω διέξοδο permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαcavarsela = τα βγάζω πέρα, καταφέρνω, τα φέρνω βόλτα, Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |