Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcardatrìce
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kardaˈtriʧe] 1 ξάνιον 2 λανάρι 3 λανάρα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |