Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbirboneggiàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [birbonedˈʤare] 1 κάνω κατεργαριές 2 κάνω μπερμπαντιές permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |