Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbaréna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [baˈrena] 1 προσάμμωση 2 σειρά αμμόλοφων 3 αμμουδιά 4 αμμώδης όχθη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |