Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbarbarésco
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [barbaˈresko] 1 άγανο 2 αραβικό άλογο barbarésco επίθετο Προσφορά I.P.A.: [barbaˈresko] 1 βάρβαρος 2 βαρβαρικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |