ItalianoGreco


avanzaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [avantsaˈmento]

1 προχώρημα
2 προώθηση
3 τροφοδοσία (μηχανής)
4 πρόοδος
5 προαγωγή


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---