Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόautolatrìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [awtolaˈtria] 1 αυτοθαυμασμός 2 ναρκισσισμός 3 αυταρέσκεια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |