Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόarmònico
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [arˈmɔniko] 1 συμμετρικός 2 μελωδικός 3 αρμονικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |