Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


appellàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [appelˈlare]

1 εφεσιβάλλω
2 εκκαλώ
3 καλώ
4 ονομάζω

appellàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [appelˈlarsi]

1 ασκώ έφεση
2 εκκαλώ
3 εφεσιβάλλω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  appellante appellativo  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

appassito (επίθ.)
appellabile (επίθ.)
appellabilità (θηλ.ουσ)
appellante (ουσ αρσ και θηλ.)
appellante (επίθ.)
appellare (ρ. μτβ.)
appellarsi (ρ. μ. αμτβ.)
appellativo (αρσ. επίθ και ουσ)
appellato (αρσ. επίθ και ουσ)
appello (ουσ αρσ )
appena (επίρ.)
appendere (ρ. μτβ.)
appendice (θηλ.ουσ)
appendicectomia (θηλ.ουσ)
appendicite (θηλ.ουσ)
Appennini (ουσ αρσ πληθ.)
appesantimento (ουσ αρσ )
appesantire (ρ. μτβ.)
appesantirsi (ρ. μ. αμτβ.)
appeso (αρσ. επίθ και ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---