Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόapparàto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [appaˈrato] 1 μηχανισμός 2 μηχάνημα 3 συσκευή 4 προετοιμασία 5 πομπώδης επίδειξη 6 διάταξη 7 επίδειξη 8 μηχανή 9 πομπή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |