Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


antidistùrbo  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [antidisˈturbo]

ο εναντίον παρεμβολών (σε οπλικά συστήματα αεροσκάφους ή πλοίου)


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  antidiluviano antidivorzismo  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

antidetonante (επίθ.)
antideutone (ουσ αρσ )
antidifterico (επίθ.)
antidiluviano (ουσ αρσ )
antidiluviano (επίθ.)
antidisturbo (επίθ.)
antidivorzismo (ουσ αρσ )
antidivorzista (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
antidivorzistico (επίθ.)
antidogmatico (αρσ. επίθ και ουσ)
antidolorifico (ουσ αρσ )
antidolorifico (επίθ.)
antidoping (ουσ αρσ )
antidoto (ουσ αρσ )
antidroga (επίθ.)
antieconomico (επίθ.)
antielmintico (επίθ.)
antiemetico (ουσ αρσ )
antiemetico (επίθ.)
antiemofilico (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---