Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


altisonànte  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [,altisoˈnante]

1 κουδουνιστός
2 αντηχών
3 καμπανιστός
4 συνηχών
5 ηχηρός
6 εύηχος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  altiporto altissimo  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

altimetria (θηλ.ουσ)
altimetrico (επίθ.)
altimetro (ουσ αρσ )
altipiano (ουσ αρσ )
altiporto (ουσ αρσ )
altisonante (επίθ.)
altissimo (αρσ. επίθ και ουσ)
altitudine (θηλ.ουσ)
alto (ουσ αρσ )
alto (επίθ.)
altocumulo (ουσ αρσ )
altoforno (ουσ αρσ )
altolocato (επίθ.)
altoparlante (ουσ αρσ )
altopiano (ουσ αρσ )
altoporto (ουσ αρσ )
altorilievo (ουσ αρσ )
altresì (επίρ.)
altrettanto (επίρ.)
altri (οριστ. αντων.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---