Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaerospàzio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,aerosˈpattsjo] 1 ατμόσφαιρα και διάστημα 2 εναέριος χώρος ευθύνης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |