Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Χάντρινος [επίθ.] χαρακτηριστικά [ουσ ουδ πληθ.]
χάνω {έχασα, χά... χαρακτηριστικό [ουσ ουδ.]
χάος {χάους | χ... χαρακτηριστικός [επίθ.]
χαοτικά [επίρ.] χαράκτης {χαρακτών}
χαοτικός [επίθ.] χαρακτική [θηλ.ουσ]
χαπάκι [ουσ ουδ.] χαρακτικός [επίθ.]
χάπι {χαπ-ιού |... χαράκωμα {χαρακώμ-α...
χαρά [θηλ.ουσ] χαρακωμένος [επίθ.]
χαραγή [θηλ.ουσ] χαρακώνω {χαράκω-σα...
χάραγμα {χαράγμ-ατ... χαρακωτός [επίθ.]
χαραγματιά [θηλ.ουσ] χάραμα {χωρ. γεν....
χαραγμένος [επίθ.] χαραμάδα [θηλ.ουσ]
χαράδρα [θηλ.ουσ] χαράμι [επίρ.]
χαράζει [ρ. απρ.] χαραμίζομαι [ρ. παθ.]
χαράζω {χάρα-ξα, ... χαραμίζω {χαράμισ-α...
χάρακας {χαράκων} χαράμισμα [ουσ ουδ.]
χαράκι {χαρακ-ιού... χαραμισμένος [επίθ.]
χαρακιά [θηλ.ουσ] χαραμοφάης {χαραμοφάη...
χαρακίρι {άκλ.} χάραξη {-ης κ. -ά...
χαρακτήρας [ουσ αρσ ] χαράσσω (χάρ-αξα, ...
χαρακτηρίζομαι [ρ. παθ.] χαρατσώνω {χαράτσω-σ...
χαρακτηρίζω {χαρακτήρι... χαραυγή [θηλ.ουσ]
χαρακτηριολογία [θηλ.ουσ] χάρβαλο [ουσ ουδ.]
χαρακτηριολογικός [επίθ.] χαρείτε! [επιφ.]
χαρακτηρισμός [ουσ αρσ ] χαρέμι {χαρεμ-ιού...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: