Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χαράζει
ρήμα απρόσωπο

1 aggiornare
2 albeggiare
3 si fa chiaro
4 spunta il giorno
5 spunta l'aurora
6 spuntava l'alba

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χαράδρα χαράζω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---