Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χαράσσω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 incidere
2 [χαρακώνω] tracciare righe su
3 [σχεδιάζω] tracciare
4 [ξημερώνει] albeggiare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χάραξη χαρατσώνω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---