Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

συμβουλεύομαι [ρ.] συμμετέχω {συμμετείχ...
συμβουλευτής [ουσ αρσ ] συμμετέχων [ουσ αρσ ]
συμβουλευτικός [επίθ.] συμμετοχή [θηλ.ουσ]
Συμβουλευτισμός [ουσ αρσ ] συμμετοχικός [επίθ.]
συμβουλεύω {συμβούλ-ε... συμμέτοχος [επίθ.]
συμβουλή [θηλ.ουσ] συμμετρία {συμμετριώ...
συμβούλιο {συμβουλί-... συμμετρικά [επίρ.]
σύμβουλος {συμβούλ-ο... συμμετρικός [επίθ.]
Συμεών {άκλ. κ. σ... συμμετρικότητα [θηλ.ουσ]
συμμάζεμα {συμμαζέμ-... σύμμετρος [επίθ.]
συμμαζεμένος [επίθ.] συμμορία {συμμοριών...
συμμαζεύομαι [ρ. παθ.] συμμορίτης {συμμοριτώ...
συμμαζεύω {συμμάζ-εψ... συμμορφώνομαι [ρ. παθ.]
συμμαθητής {συμμαθητρ... συμμορφώνω {συμμόρφω-...
συμμαχητής {συμμαχητρ... συμμόρφωση {-ης κ. -ώ...
συμμαχία {συμμαχιών... συμμορφώσιμος [επίθ.]
συμμαχικός [επίθ.] συμπαγής {συμπαγ-ού...
σύμμαχος [επίθ.] συμπαγώς [επίρ.]
σύμμαχος {συμμάχ-ου... συμπάθεια {συμπαθειώ...
συμμαχώ {συμμαχείς... συμπαθής {συμπαθ-ού...
συμμειγνύω (συνέμ-ειξ... συμπαθητικά [επίρ.]
σύμμεικτος [επίθ.] συμπαθητικός [επίθ.]
σύμμειξη {-ης κ. -ε... συμπαθητικότητα [θηλ.ουσ]
συμμερίζομαι {συμμερίσ-... συμπαθητικοτονία [θηλ.ουσ]
συμμεταβλητός [επίθ.] συμπαθιέμαι [ρ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: