Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


συμμόρφωση
ουσιαστικό θηλυκό

1 adattabilità
2 arrendevolezza
3 conformazione
4 conformità
5 disciplina
6 maneggevolezza
7 mantenimento
8 morbidezza
9 osservanza
10 ottemperanza
11 pieghevolezza
12 remissione
13 remissività

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  συμμορφώνω συμμορφώσιμος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---