Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόζητάω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο variante di [ζητώ] ζητώ ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο 1 cerca`re σε ζήτησε ένας φίλος σου == ti ha cercato un amico ~f~ ζητώ μια λύση == cercare una soluzione 2 cerca`re, chie`dere δε ζητά πολλά απ' τη ζωή == non chiede molto dalla vita ~f~ ζητούν εργασία == cercano lavoro ~f~ λαμβάνω την τιμή να ζητήσω τo χέρι της κόρης Σας == ho l'onore di chiedere la mano di Sua figlia ~f~ ζητώ συγγνώμη == chiedere scusa 3 chie`dere, prete`ndere, esi`gere ζήτησε τo μερίδιό του από την κληρονομιά == pretese la sua parte d'eredità ~f~ ζητώ τo δίκιο μού == esigere giustizia / ciò che mi spetta di diritto permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |