Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


συντριμμένος
επίθετο

1 devastato
2 diroccato
3 diruto
4 guasto
5 infranto
6 malconcio
7 rovinato
8 sbertucciato
9 scassato
10 sprofondato
11 stritolato

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σύντριμμα συντρίμμι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---