Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


συγκατανεύω
ρήμα αμετάβατο

1 accedere
2 accordarsi
3 consentire
4 fare cenno di si

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  συγκατάνευση συγκατατίθεμαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---