Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στολισμένος
επίθετο

1 addobbato
2 adornato
3 adorno
4 azzimato
5 fiorita
6 ornato
7 parato
8 piumato
9 trapunto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  στόλισμα στολισμός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---