Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στερέωμα
ουσιαστικό ουδέτερο

1 chiusura
2 fermatura
3 firmamento
4 rassodamento
5 rincalzo
6 supporto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  στερεύω στερεωμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---