Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στενόμυαλος
επίθετο

1 gretto
2 limitato
3 melenso
4 piccino
5 ristretto
6 testardo
7 zuccone
8 testa dura

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  στενομυαλιά στενός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---