Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σταθερότητα
ουσιαστικό θηλυκό

1 compattezza
2 consistenza
3 costanza
4 equabilità
5 equilibrio
6 fermezza
7 fissità
8 immobilità
9 immutabilità
10 inamovibilità
11 invariabilità
12 invarianza
13 irriducibilità
14 linearità
15 permanenza
16 saldezza
17 sicurezza
18 sodezza
19 solidità
20 stabilità
21 stazionarietà
22 unitezza

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σταθερός σταθμά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---