Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σόι
ουσιαστικό ουδέτερο

1 stirpe
2 [οικογένεια] parentado

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σοδομιτικός σοκ  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


τι σόι άνθρωπος είναι; = che razza di persona è? || από σόι = di buona famiglia


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---