Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σφυροκόπημα
ουσιαστικό ουδέτερο

1 martellamento
2 martellata
3 martellatura
4 martellio
5 raffica
6 scarica
7 tempestio
8 colpo di martello

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σφυροδρέπανο σφυροκοπημένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---