Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


θυρίδα  
ουσιαστικό θηλυκό

1 sporte`llo ~m~ θυρίδα τραπέζης == sportello di banca
2 case`lla ~f~ posta`le
3 teatro cinema botteghi`no
4 banca casse`tta ~f~ di sicure`zza

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  θυρεοτοξίκωση θυροκολλημένος  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


η ταχυδρομική θυρίδα = casella [θηλ.] postale || η ασφαλιστική θυρίδα = cassetta [θηλ.] di sicurezza


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---