Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


θριαμβεύω  
ρήμα αμετάβατο

trionfa`re, riporta`re un trio`nfo, stravi`ncere ((anche in senso figurato)) η ομάδα μας θριάμβευσε == la nostra squadra ha riportato un grande trionfo, ha stravinto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  θριαμβεύτρια θριαμβικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---