Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


θλίβγω  
ρήμα μεταβατικό

variante di [θλίβω]

θλίβομαι
ρήμα παθητικό

1 accora`rsi
2 addolora`rsi
3 affli`ggersi
4 depri`mersi
5 rattrista`rsi

θλίβω  
ρήμα μεταβατικό

rattrista`re, addolora`re, affli`ggere με θλίβει η ιδέα της επιστρoφής == l'idea del ritorno mi rattrista

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  θλάση θλιβερά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---