Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόθήκη
ουσιαστικό θηλυκό 1 custo`dia ~f~, astu`ccio ~m~ θήκη βιολιού == custodia del violino | θήκη γυαλιών == astuccio, custodia degli occhiali 2 di rivoltella fondina ~f~ 3 di spada gua`ina, fo`dero permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαη θήκη του κινητήρα = cofano [αρσ.] motore Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |