Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
θέμις
ουσιαστικό θηλυκό
((letterario)) giustizia
o ναός της θέμιδoς == il tribunale, il palazzo di giustizia
|
οι λειτουργοί της θέμιδoς == gli organi della magistratura
Θέμις
κύριο όνομα θηλυκό
variante letteraria di
[Θέμιδα]
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< Θέμιδα
Θεμιστοκλής >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
θεμελίωση
[-εις]
θεμελιωτής
[ουσ αρσ ]
θεμελιώτρια
[θηλ.ουσ]
θεμελιώτρια
[θηλ.ουσ]
Θέμιδα
[κύρ.όν. θηλ.]
θέμις
{Θέμιδ-ος,...
Θέμις
{Θέμιδ-ος,...
Θεμιστοκλής
{-ή κ. -έο...
θεμιστοπόλος
[ουσ αρσ ]
θεμιτός
[επίθ.]
θεο–
[πρθμ.]
θεοβρωμίνη
[θηλ.ουσ]
θεογονία
{θεογονιών...
θεόγυμνος
[επίθ.]
θεοδικία
[θηλ.ουσ]
θεοδόλιχος
{θεοδολίχ-...
Θεοδοσία
[κύρ.όν. θηλ.]
Θεοδοσιανός
[επίθ.]
Θεοδόσιος
[κύρ.όν. αρσ.]
Θεοδώρα
[κύρ.όν. θηλ.]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis