Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›πλέμπα

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

πλέμπα
ουσιαστικό θηλυκό

1 accozzaglia
2 becerume
3 ciurma
4 ciurmaglia
5 gentaglia
6 marmaglia
7 plebaglia
8 plebe

permalink
‹ πλεμόνι
πλεμπάγια ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

πλεκτομηχανή [θηλ.ουσ]
πλεκτός [επίθ.]
πλέκτρια {πλεκτριών...
πλέκω {έπλεξα, π...
πλεμόνι {πλεμον-ιο...
πλέμπα {πλέμπων}
πλεμπάγια [θηλ.ουσ]
πλένομαι αόρ. έπλυν...
πλένω {έπλυνα, π...
πλέξη {-ης κ. -ε...
πλεξιγκλάς {άκλ.}
πλεξίδα [θηλ.ουσ]
πλέξιμο {πλεξίμ-ατ...
πλεξούδα [θηλ.ουσ]
πλέον [επίρ.]
πλεονάζω {μτχ. ενεσ...
πλεονάζων [επίθ.]
πλεόνασμα [ουσ ουδ.]
πλεονασματικός [επίθ.]
πλεονασμός [ουσ αρσ ]


{{ID:PLEMPA100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti