Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παρεκβαίνω
ρήμα αμετάβατο

1 debordare
2 divagare
3 sbalestrare (vi)
4 sconfinare (vi)
5 sconnettere (vi)
6 fare una digressione

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παρεισφρύω παρέκβαση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---