Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παρακίνηση
ουσιαστικό θηλυκό

1 eccitamento
2 esortazione
3 fomentazione
4 fomento
5 impulso
6 incentivazione
7 incitamento
8 incoraggiamento
9 invito
10 motivazione
11 persuasione
12 spinta
13 spronata
14 stimolazione
15 stimolo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παρακινδυνεύω παρακινησία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---