Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παλινόρθωση
ουσιαστικό θηλυκό

1 reinserimento
2 reintegrazione
3 restaurazione
4 restauro
5 riparazione
6 ripristinamento

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παλινορθώνω παλινορθωτικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---