Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παλιννοστώ
ρήμα αμετάβατο

1 rimpatriare (vi)
2 ritornare (vi)
3 ottenere il rimpatrio
4 ritornare ai propri penati
5 ritornare alle patrie soglie

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παλιννόστηση παλινορθώνομαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---