Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παλινορθώνω
ρήμα μεταβατικό

1 reinserire (vt)
2 reintegrare (vt)
3 restaurare (vt)
4 restituire (vt)
5 riabilitare (vt)
6 ridonare (vt)
7 ristabilire (vt)
8 ritornare (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παλινορθώνομαι παλινόρθωση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---