Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόπαγωτό
ουσιαστικό ουδέτερο gelato permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαένα παγωτό κρέμα = un gelato [αρσ.] alla crema Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |