Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μπλοφάρω
ρήμα αμετάβατο

1 bluffare
2 dissimulare
3 fintare
4 vendere fumo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μπλόφα μπλοφατζής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---