Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λύρα  
ουσιαστικό θηλυκό

1 musica lira ~f~
2 musica nella musica popolare strume`nto ~m~ a corde, a forma di violi`no

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  λυπώ λυράρης  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---