Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λιθάρι  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 pie`tra ~f~, sasso ~m~
2 storia la`ncio ~m~ di un sasso

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  λιθάνθρακας λιθαρομάργαρον  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---