Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λιμενεργάτης  
ουσιαστικό αρσενικό

1 portua`le ~mf~
2 scaricato`re ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  λιμένας λιμενικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---