Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λήξη  
ουσιαστικό θηλυκό

1 τέλος fine ~f~, te`rmine ~m~, chiusu`ra ~f~ η λήξη των μαθημάτων == la fine delle lezioni && κατά τη λήξη των εργασιών == alla chiusura dei lavori
2 προθεσμίας scade`nza ~f~ με τη λήξη του συμβολαίου == alla scadenza del contratto && γραμμάτιο τρίμηνης λήξης == cambiale con scadenza a novanta giorni

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ληνός ληξιαρχείο  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


ημερομηνία λήξης = data [θηλ.] di scadenza


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---