Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόλέοντας
ουσιαστικό αρσενικό variante di [λέων] λέων ουσιαστικό αρσενικό 1 ((arcaico)) leo`ne ~m~ 2 astrologia Leo`ne ~m~, il se`gno dello zodi`aco permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |