Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκοσμοθεωρία
ουσιαστικό θηλυκό 1 filosofia teori`a ~f~ co`smica 2 ((per estensione)) visio`ne ~f~ del mondo; concezio`ne ~f~, filosofi`a ~f~ della vita permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |