GrecoItaliano


κοσμοκράτορας  
ουσιαστικό αρσενικό

signo`re ~m~ del mondo

κοσμοκράτειρα
ουσιαστικό θηλυκό

femminile di [κοσμοκράτορας]

κοσμοκρατόρισσα
ουσιαστικό θηλυκό

femminile di [κοσμοκράτορας]

permalink



Sfoglia il dizionario




{{ID:KOSMOKRATORAS100}}
---CACHE---