Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκόρτε
ουσιαστικό θηλυκό corte ~f~, corteggiame`nto ~m~ κόρτε ουσιαστικό ουδέτερο 1 amoreggiame`nto ~f~ 2 amore`tto ~f~ 3 corte ~f~ 4 corteggiame`nto ~m~ 5 flirt ~m~ /φλερτ/ 6 pappagalli`smo ~m~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |